findycoach.gr

Φροντίζουμε τον εαυτό μας και το σώμα μας, όπως μας φροντίσανε!

Η Νικολίνα Δανιηλίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αποφοίτησε από τη σχολή Ψυχολογίας το 1998 (Coventry University), ολοκλήρωσε το Μεταπτυχιακό της το 2000 στην Ψυχολογία της Υγείας (Surrey University) και την εξειδίκευση Master Practitioner στις Διατροφικές Διαταραχές και την Παχυσαρκία το 2012 (NCFED, ΚΕ.Α.Δ.Δ.).

Συνέχισε την εκπαίδευσή της σε διαφορετικές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις αποκτώντας συνθετική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία, εκπαιδεύτηκε στην οργάνωση ομάδων και στη Συμβουλευτική Γονέων (Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων, ΥΠ.Ε.Π.Θ.) και στην Εκπαίδευση Ενηλίκων (Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων, ΥΠ.Ε.Π.Θ.).
Έχει εργαστεί σε διάφορες δημόσιες και ιδιωτικές δομές. Εργάζεται ως ψυχολόγος από το 2001 με άτομα που αντιμετωπίζουν ζητήματα όπως διατροφικές διαταραχές, αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη και ψυχοσωματικά προβλήματα. Συντονίζει από το 2005 ομάδες «Κατά της Υπερφαγίας» για άτομα με υπερφαγικά επεισόδια. Επίσης, διοργανώνει και συμμετέχει σε σεμινάρια και ημερίδες που αφορούν τις διατροφικές διαταραχές και την υπερφαγία.

Το βιβλίο «Τι συναίσθημα θα φάμε σήμερα;» είναι το πρώτο συγγραφικό της εγχείρημα που σε λιγότερο από 1 χρόνο κυκλοφορίας, από τις Εκδόσεις Ιβίσκος, έχει ξεπεράσει τα 10.000 αντίτυπα.

Με αφορμή την επιτυχημένη κυκλοφορία του, μάς απάντησε σε πέντε πολύ ενδιαφέρουσες ερωτήσεις για την ψυχολογία του φαγητού.

Τι εννοούμε όταν λέμε ότι τρώμε τα συναισθήματά μας;

Όλοι οι άνθρωποι κατά στιγμές θα φάμε περισσότερο χωρίς να έχουμε διαταραγμένη σχέση με το φαγητό.

Όταν καταφεύγω όμως στο φαγητό συχνά για συναισθηματικούς λόγους, στην πραγματικότητα χρησιμοποιώ το φαγητό για άλλο σκοπό πέραν της σίτισης.

Η δυσφορία που μου προκαλεί το συναίσθημα με οδηγεί στην ανάγκη να το μουδιάσω, να αποφύγω να το βιώσω γιατί δεν νιώθω ασφαλής μένοντας στη συναισθηματική ένταση που βιώνω. Ως αποτέλεσμα, είναι σαν να βάζω ένα «καπάκι» σε ό,τι νιώθω, αποκτώντας την ψευδαίσθηση ελέγχου στο συναίσθημα, αλλά καταλήγω και να παίρνω απόσταση από τον εαυτό μου.

Τα συναισθήματα δεν κατηγοριοποιούνται σε αρνητικά ή θετικά, κάθε συναίσθημα έχει λόγο ύπαρξης. Με το μούδιασμα του συναισθήματος χάνω επαφή με το σώμα μου το οποίο οδηγεί σε περισσότερο σωματοποιημένο στρες. Στην πορεία θα χάσω επαφή με το σωματικό αίσθημα της πείνας και του κορεσμού της πείνας. Κι έτσι εγκλωβίζομαι στην ψυχολογική εξάρτηση από το φαγητό και αποσυνδέομαι από τον εαυτό μου, το σώμα μου αλλά και από όλες τις πληροφορίες που το συναίσθημά μου περιέχει αν το επεξεργαζόμουν σωστά.

Ισχύει ότι είμαστε ό,τι τρώμε;

Πράγματι, αυτό που τρώμε επηρεάζει την υγεία μας, την ενέργειά μας, το βάρος μας αλλά και το συναίσθημα και τη διάθεσή μας.

Το μικροβίωμα του εντέρου μέσω του πνευμονογαστρικού νεύρου, συνδέεται με τον εγκέφαλο. Ως αποτέλεσμα της επικοινωνίας αυτής, το έντερο  θεωρείται ο δεύτερος εγκέφαλός μας και επηρεάζει διάθεση και άγχος.

Ωστόσο, τρώω καλά, δεν σημαίνει τρώω με ένα σωρό διατροφικούς κανόνες. Σημαίνει είμαι σε επαφή με το σώμα μου, την πείνα μου, τις ανάγκες του οργανισμού μου αλλά και αφουγκράζομαι την τροφική μου επιθυμία και είμαι σε θέση να ρυθμίσω τη συμπεριφορά της κατανάλωσης, ώστε να με θρέψω σωστά και ανάλογα με τις τροφικές μου ανάγκες.

Παραφράζοντάς το θα πρότεινα:

«Φροντίζουμε τον εαυτό μας και το σώμα μας, όπως μας φροντίσανε»

«Δηλαδή η φροντίδα που δίνουμε στον εαυτό μας σχετίζεται με το πόσο νιώθουμε ότι την αξίζουμε»

 

Πώς συνδέεται η απόρριψη που βίωσε ένας άνθρωπος στην παιδική του ηλικία από τον γονιό του, στη σχέση του με το φαγητό και το σώμα του;

Η σχέση με το φαγητό ξεκινάει από τη στιγμή που γεννηθήκαμε, τον τρόπο που μας κρατήσανε, καθώς η διαδικασία της θρέψης είναι η επαφή του παιδιού με τον γονιό. Από την πρώτη στιγμή της γέννησής του, το βρέφος νιώθει σιγουριά, ζεστασιά και ασφάλεια στην παρήγορη αγκαλιά του γονέα κατά τη διάρκεια του ταΐσματος και με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ο δεσμός. Από τη στιγμή που γεννιόμαστε, το φαγητό είναι μια στιγμή καθησυχασμού, μια στιγμή χαλάρωσης και ζεστασιάς στη μητρική αγκαλιά και μας μαθαίνει κάτι πολύ βαθύ: ότι το φαγητό συνδέεται με τη φροντίδα και την αγάπη.

Αν όμως δεν έχουμε λάβει το μαγικό δώρο της σύνδεσης με τον γονέα, χρησιμοποιούμε το φαγητό όχι για να ικανοποιήσουμε την οργανική μας πείνα, αλλά για να καλύψουμε συναισθηματικές ανάγκες.

Αν επιπλέον έχουμε δεχτεί επίκριση, τότε οι πεποιθήσεις που διαμορφώνουμε για τον εαυτό μας και το σώμα μας είναι αρνητικές. Και πώς θα φροντίσουμε έναν εαυτό, ένα σώμα που δεν εκπαιδευτήκαμε ότι αξίζει αγάπη;

Έτσι, μαθαίνουμε να μην ακούμε το σώμα μας, αλλά να το πολεμάμε. Το σώμα δεν είναι πια σύμμαχος, αλλά αντίπαλος. Και η ακραία, στερητική δίαιτα μάς αξίζει ως τιμωρία. Και ως αποτέλεσμα, η τροφική στέρηση που ασκούμε στον εαυτό μας ή νιώθουμε, αυξάνει την ορμή για φαγητό. Αυξάνει τις επίμονες σκέψεις για φαγητό. Και λανθασμένα πιστεύουμε ότι ο μόνος τρόπος διαχείρισης είναι ο πιο ακραίος αυτοέλεγχος… και η ορμή για κατανάλωση όλο και αυξάνεται.

Είναι δύσκολο να μάθεις να φροντίζεις τον εαυτό σου σε βάθος, ειδικά αν προέρχεσαι από επικριτικούς γονείς, αλλά το πρώτο βήμα είναι να συνειδητοποιήσεις ότι σου αξίζει φροντίδα.

Γιατί το να τηρούμε μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή είναι τόσο δύσκολο; Γιατί είναι τόσο εθιστικά τα ανθυγιεινά φαγητά και τα junk food;

Η επιστήμη της χημείας της τροφής πλέον χρησιμοποιείται από τις εταιρείες ώστε να δημιουργήσουν τρόφιμα με υψηλή εθιστική επιρροή. Η υφή της τροφής, το πόσο κριτσανιστό ή μαλακό είναι ένα τρόφιμο, τα ενισχυτικά γεύσης, η ταυτόχρονη χρήση συστατικών όπως λίπος, αλάτι, ζάχαρη εθίζουν τον εγκέφαλό μας στη μεγαλύτερη αναζήτηση της εθιστικής τροφής.

Είναι δύσκολο να πας ενάντια σε τρόφιμα, επιστημονικά και εργαστηριακά αναπτυγμένα για να σε εθίσουν.

Ωστόσο, για να δημιουργηθεί ένα εθισμός, σημαίνει ότι για κάποιον λόγο χρειαζόμαστε μια ουσία για να ησυχάσουμε το συναίσθημά μας ή τον πόνο που νιώθουμε μέσα μας.

Όπως είπε και ο Gabor Mate σε μια ομιλία του, «μη ρωτάς κάποιον γιατί έχει έναν εθισμό, ρώτησέ τον γιατί πονάει». Συνεπώς, δεν πρέπει να μπερδεύουμε το σύμπτωμα με την αιτία του συμπτώματος. Ο εθισμός στη τροφή είναι σαν τη χρήση ενός αναλγητικού στον πόνο μας. Από κάτω χρειάζεται να κατανοήσουμε τη ρίζα του εθισμού μας και με αποδοχή να έρθουμε σε επαφή με τις πραγματικές μας ανάγκες.

Γιατί κάποιος να διαβάσει το βιβλίο σας; Τι το ξεχωρίζει από τα χιλιάδες αντίστοιχα που κυκλοφορούν;

Το βιβλίο αυτό δεν είναι ένα βιβλίο με διατροφικούς κανόνες. Δεν είναι ένα βιβλίο για απώλεια κιλών.

Η τοποθέτησή μου είναι απλή. Όλοι μας έχουμε πρόσβαση στη γνώση και γνωρίζουμε πώς να φροντιστούμε. Όμως, κάποιες φορές κάτι εμποδίζει τη φροντίδα του εαυτού μας και είναι καθαρά ψυχολογικό. Χρειάζεται να παρατηρήσουμε τον εαυτό μας και να αποκτήσουμε επίγνωση των εμποδίων μας. Απομακρύνοντας το εμπόδιό μας στην τροφική μας φροντίδα είναι και ο τρόπος για να αναπτύξουμε ουσιαστική και σε βάθος φροντίδα του εαυτού.

Σίγουρα ένα βιβλίο δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ψυχοθεραπεία, όμως μπορεί να φωτίσει τη διαδρομή που χρειάζεται να κάνεις μέσα σου και να σου θυμίσει ότι όλοι μας έχουμε διαφορετικές αφετηρίες στη ζωή μας και χρειάζεται να μεταχειρίζεσαι τον εαυτό σου με ευγένεια.

Η συνέντευξη παραχωρήθηκε στην Έφη Αργυροπούλου, δημοσιογράφο, συγγραφέα,
Nlp practitioner coach (Positive Psychology).

Έφη Αργυροπούλου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *